ἐχθροειδῶς

ἐχθροειδῶς
ἐχθρο-ειδῶς, wie ein Feind

Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • εχθροειδώς — ἐχθροειδῶς (Α) επίρρ. (κατά τον Ησύχ.) «ὑπόπτως» …   Dictionary of Greek

  • ἐχθροειδῶς — indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εχθρός — ά, ό, αρσ. και εχτρός και οχτρός (ΑΜ ἐχθρός, ά, όν, Μ αρσ. και ὀχθρός και ὀχτρός) 1. αυτός εναντίον τού οποίου αισθάνεται κάποιος έχθρα, μίσος, απέχθεια, αποστροφή («ἐχθρὸς γάρ μοι κεῑνος ὅμως Ἀΐδαο πύλῃσιν», Ομ. Ιλ.) 2. (συν. το αρσ. και θηλ. ως …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”